Πέμπτη 20 Μαρτίου 2014

Ο εκδότης Γιώργος Δαρδανός για την ενιαία τιμή βιβλίου

Αντέχουν οι πλάτες του κ. Υπουργού το βάρος της ταφόπλακας που πάει να βάλει
στο ελληνικό βιβλίο;
Φτηνότερα βιβλία, λιγότερα (ή καθόλου) βιβλία;
Η ενιαία τιμή, η απαιδευσία και η επικινδυνότητα της άγνοιας


Σε πρόσφατη συνέντευξή του, ο νυν υπουργός ανάπτυξης, αναφερόμενος στην ενιαία τιμή βιβλίου, αποφαίνεται ότι πρέπει να καταργηθεί επειδή εξαιτίας της τα βιβλία στην Ελλάδα είναι… 30 – 50% ακριβότερα απ’ ό,τι στο εξωτερικό και ότι επίσης η ενιαία τιμή ισχύει μόνο «σε κάποιες χώρες της Ευρώπης». Ο κ. Χατζηδάκης είτε είναι εντελώς ανενημέρωτος, είτε ψεύδεται και αποκρύπτει σκοπίμως στοιχεία. Πριν απ’ όλα να πούμε ότι  οι «κάποιες χώρες της Ευρώπης» όπου εφαρμόζεται η ενιαία τιμή βιβλίου είναι οι Γαλλία, Γερμανία, Ισπανία, Ιταλία, Δανία, Ολλανδία, Πορτογαλία, Αυστρία, Βέλγιο, Λουξεμβούργο κλπ. Και να θυμίσουμε στον υπουργό ότι μιλάμε για το δυτικό κόσμο και την ελεύθερη αγορά. Εν συνεχεία, πρέπει να ενημερωθεί ότι το βιβλίο στην Ελλάδα δεν είναι σε καμία περίπτωση  30-50% ακριβότερο και το διαδίκτυο μπορεί με μια πρόχειρη μόνο ματιά να δώσει στον καθένα συγκριτικά παραδείγματα συγκεκριμένων βιβλίων που κυκλοφορούν σε Ελλάδα και υπόλοιπη Ευρώπη.
Ο υπουργός αποκρύπτει —ή στην καλύτερη περίπτωση δεν γνωρίζει— κι άλλα στοιχεία: Το γεγονός ότι η ενιαία τιμή ισχύει μόνο για τα βιβλία εκείνα που τυπώθηκαν εντός της τελευταίας διετίας. Το γεγονός, επίσης, ότι η ενιαία τιμή βιβλίου δεν καθιστά το βιβλίο ακριβότερο αλλά φτηνότερο, αφού δεν επιτρέπει το ανέβασμα της τιμής του πάνω από 5%, πράγμα που θα ήταν δεδομένο σε όλη την υπόλοιπη Ελλάδα εκτός της Αθήνας, με δικαιολογία τα μεταφορικά κόστη. Αν η τιμή του βιβλίου στη χώρα μας μπορεί να εμφανίζεται κάποιες φορές ελάχιστα υψηλότερη, αυτό δεν έχει να κάνει σε τίποτα με την ενιαία τιμή αλλά, κατ’ αρχάς και κατ’ ανάγκην, με το μικρό, ελάχιστο κοινό στο οποίο απευθύνεται, καθώς το κόστος προκύπτει από την απλή διαίρεση του κόστους παραγωγής με τον αριθμό των δυνάμει αγοραστών.
Στην Ευρώπη, ενημερώνουμε τον κ. Χατζηδάκη, ένα βιβλίο που δυνάμει απευθύνεται σε ένα τόσο ολιγάριθμο κοινό απλά δεν εκδίδεται. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το επιστημονικό βιβλίο το οποίο, λόγω του εξειδικευμένου του ενδιαφέροντος σε όλον το δυτικό κόσμο, εκδίδεται μόνο επειδή στηρίζεται τους τελευταίους αιώνες από ένα οργανωμένο δίκτυο βιβλιοθηκών (σχολικών, δημοτικών, πανεπιστημιακών, ιδρυμάτων κλπ), το οποίο και απορροφά ένα μεγάλο μέρος του κόστους έκδοσης, δίνοντας τη δυνατότητα στον εκδότη όχι μόνο να προχωράει στην έκδοση τέτοιων βιβλίων αλλά και να τα διαθέτει στην αγορά σε χαμηλότερη τιμή.
Για τη δεινή κατάσταση του βιβλίου –και κυρίως του ποιοτικού βιβλίου- στη χώρα μας, την ευθύνη φέρουν στο ακέραιο, όπως γνωρίζουμε, δύο κόμματα: το ένα από αυτά είναι το κόμμα του κ. Χατζηδάκη, που αδιαφόρησε για τις βιβλιοθήκες, δεν τις στελέχωσε, δεν τις εμπλούτισε, δεν τις άνοιξε στην κοινωνία. Πριν φτάσει ο ίδιος και το κόμμα του να υποκρίνονται τους προστάτες των Ελλήνων καταναλωτών και αναγνωστών, θα πρέπει να μας πουν που βρίσκονται σήμερα τα 70.431.000 € που προβλέπονταν για την ίδρυση βιβλιοθηκών. Βιβλιοθήκες που και το ποιοτικό βιβλίο θα στήριζαν και στη χώρα μας, και από τις οποίες φυσικά τα πιο αδύναμα οικονομικά στρώματα θα μπορούσαν –όπως συμβαίνει και πάλι σε όλον τον δυτικό κόσμο- να προμηθεύονται βιβλία, να έχουν όχι απλώς φτηνότερη αλλά ΔΩΡΕΑΝ πρόσβαση στη γνώση. Αυτή τη στιγμή υπάρχουν 767 βιβλιοθήκες-φυλακές και περίπου 10.000 συγγραφείς μέσα σ’ αυτές, που κρατιούνται μακριά από το κοινό τους. Βιβλιοθήκες-φαντάσματα που υπάρχουν μόνο για να μας θυμίζουν την αθλιότητα και την ουσιαστική απαιδευσία όσων βρέθηκαν στα ηνία των υπουργείων παιδείας όλα αυτά τα χρόνια. Η υποκρισία και η αθλιότητα όμως στη χώρα μας δεν έχουν τελικά όρια.
Ο κ. Χατζηδάκης κάνοντας απλούς συλλογισμούς μαθητή γυμνασίου δεν μπορεί να αντιληφθεί ότι με την κατάργηση της ενιαίας τιμής η κατάσταση που προκύπτει δεν λειτουργεί υπέρ του καταναλωτή και υπέρ του ανταγωνισμού αλλά εναντίον του καταναλωτή, εναντίον του υγιούς ανταγωνισμού και εναντίον του βιβλίου. Πρώτον επειδή με τη λογοκρισία που διαμορφώνεται, στον αναγνώστη δεν θα φτάνουν φτηνότερα βιβλία αλλά δραματικά λιγότερα βιβλία. Ή καλύτερα: δεν θα φτάνουν φτηνά ποιοτικά βιβλία, αλλά πολλά –και μάλιστα ελάχιστα φτηνότερα – σκουπίδια. Εκτός και για τον
κ. Χατζηδάκη, βιβλίο είναι ό,τι τυπώνεται σε μορφή βιβλίου. Οι μεγάλες αλυσίδες των βιβλιοπωλείων είναι βέβαιο ότι θα ζητούν και θα εκβιάζουν υπερβολικές εκπτώσεις από τον εκδότη, ο οποίος με τη σειρά του μεγαλύτερο ποσοστό έκπτωσης θα μπορεί να δίνει μόνο για τα βιβλία εκείνα των οποίων το δυνάμει κοινό θα ξεπερνάει κατά πολύ τους 500-1000 αναγνώστες! Μόνο για τα ευρείας κυκλοφορίας δηλαδή βιβλία. Τα υπόλοιπα; Απλώς δεν θα γίνονται δεκτά από τις αλυσίδες – τις μόνες που θα απομείνουν να μονοπωλούν το χώρο- με αποτέλεσμα τελικά να μην εκδίδονται. Γιατί αν τώρα, με τα υπάρχοντα δεδομένα, η έκδοση ενός ποιοτικού βιβλίου στην ελληνική αγορά αποτελεί έναν πραγματικό άθλο, με την πραγματικότητα που θα διαμορφωθεί χωρίς την ενιαία τιμή, θα είναι απλώς αδύνατη!!
Ο νυν υπουργός είτε δεν γνωρίζει είτε αποκρύπτει είτε αδιαφορεί για το γεγονός ότι η ενιαία τιμή θεσπίστηκε στο δυτικό κόσμο με σκοπό όχι να υποσκάψει αλλά να εξορθολογίσει την αγορά, προστατεύοντας τον καταναλωτή από τις εικονικές αυξήσεις, τον συγγραφέα από τη λογοκρισία του «μικρού αναγνωστικού κοινού», τον παραγωγό του βιβλίου από τους εκβιασμούς των μεγάλων αλυσίδων. Είτε δεν γνωρίζει είτε αδιαφορεί για το ότι η ενιαία τιμή ισχύει σε όλες τις μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες επειδή εξασφαλίζει για το μη εμπορικό, το δύσκολο και ποιοτικό βιβλίο τη δυνατότητα έκδοσής του, με αποτέλεσμα να στερεώνει τον πλουραλισμό, την παιδεία, τον πολιτισμό, κατ’ επέκταση το ίδιο το δημοκρατικό πολίτευμα. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, στον αγώνα για την ενιαία τιμή στρατευτήκαμε όλοι: συγγραφείς, εκδότες, βιβλιοπώλες, αναγνώστες. Γι’ αυτό και η ενιαία τιμή βιβλίου, που ο κ. Χατζηδάκης το περνάει ως ένα από τα ασήμαντα, είναι και το μοναδικό θέμα για το οποίο πήραν θέση πρόεδρος της δημοκρατίας, αντιπρόεδρος κυβερνήσεως (επί της υπουργίας του πετύχαμε και θεσπίστηκε εξάλλου ο νόμος), το γραφείο το πρωθυπουργού, τα κόμματα της αντιπολίτευσης,  γι’ αυτό και έχουν κινητοποιηθεί όλοι οι σκεπτόμενοι άνθρωποι.
Είμαι στα κοινά σαράντα περίπου χρόνια. Ως κλάδος οι άνθρωποι του βιβλίου δεν είχαμε ποτέ ούτε διακόπτες να κατεβάσουμε, ούτε τρακτέρ να κλείσουμε τους δρόμους. Δεν απειλήσαμε ποτέ το κοινωνικό σύνολο για να διεκδικήσουμε τίποτα. Τα όποια μας αιτήματα προσπαθούσαμε πάντοτε και προσπαθούμε να τα στηρίζουμε με επιχειρήματα. Αυτά  άλλωστε χρησιμοποιούν όλοι οι άνθρωποι με κοινό νου. Επιχειρήματα σαν αυτά που δεν έχουν μάθει δυστυχώς να ακούνε όσοι ξέρουν μόνο να υποκύπτουν στα αιτήματα και τους εκβιασμούς των συνδικαληστών τους.  Δεν γνωρίζω αν ο κ. Χατζηδάκης έχει επισκεφτεί τα τελευταία 20 χρόνια ένα ελληνικό ή έστω ένα ευρωπαϊκό βιβλιοπωλείο. Δεν γνωρίζω αν μετά την αποφοίτησή του επισκέφτηκε ποτέ κάποια βιβλιοθήκη στην Ελλάδα ή στην Ευρώπη. Τον καλούμε να το κάνει. Μόνο έτσι, αντιμέτωπος με την πραγματικότητα ίσως συνειδητοποιήσει ότι οι πλάτες του είναι πολύ μικρές για να σηκώσουν ένα τέτοιο βάρος. Είναι πολύ μικρές για να σηκώσουν το βάρος της ταφόπλακας που πάει να βάλει στην ελληνική βιβλιοπαραγωγή.
Είτε από άγνοια,
είτε από πλήρη ασχετοσύνη,
είτε –πράγμα που απεύχομαι– επειδή τα μεγάλα συμφέροντα βρήκαν πάλι –και σιγά μην δεν έβρισκαν– τον άνθρωπο που θα κάνει γι’ αυτά τη «βρώμικη δουλειά» και τη χώρα-αδύναμο κρίκο που θα μπορέσουν να χρησιμοποιήσουν ώστε να χτυπήσουν το βιβλίο σε όλη την υπόλοιπη Ευρώπη. 

Αθήνα, 16.03.2014
Γιώργος Δαρδανός
Εκδότης – Επίτιμος Πρόεδρος ΠΟΕΒ